Πήρεν ο Μάρτης δώδεκα κι Απρίλης δεκαπέντε,
βγήκαν οι βλάχοι στα βουνά, κι όλα τα τσελιγκάτα,
του Παναγιώτ' τα πρόβατα δε φάνηκε να ήρθαν,
μείναν στους κάμπους μοναχά και δίχως τα κουδούνια,
πήγε κι η Παναγιώταινα με το παιδί στα χέρια,
νύχτα επήρε τ' άλογο, νύχτα το καλιγώνει,
και νύχτα καβαλίκεψε στα πρόβατα να πάει,
από μακριά τους ρώτησε και τους καλημερίζει:
- Παιδιά μου τι σας λείπεται, τι είστε λερωμένα;
- Ο Παναγιώτης λείπεται εδώ και δέκα μέρες.
βγήκαν οι βλάχοι στα βουνά, κι όλα τα τσελιγκάτα,
του Παναγιώτ' τα πρόβατα δε φάνηκε να ήρθαν,
μείναν στους κάμπους μοναχά και δίχως τα κουδούνια,
πήγε κι η Παναγιώταινα με το παιδί στα χέρια,
νύχτα επήρε τ' άλογο, νύχτα το καλιγώνει,
και νύχτα καβαλίκεψε στα πρόβατα να πάει,
από μακριά τους ρώτησε και τους καλημερίζει:
- Παιδιά μου τι σας λείπεται, τι είστε λερωμένα;
- Ο Παναγιώτης λείπεται εδώ και δέκα μέρες.
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου