Ψηλά στου Ολύμπου την κορφή, στου Αη-Λια τη ράχη,
χρυσóς δικέφαλος αετóς καθóταν στο προσήλιο,
κρατώντας μες τα νύχια του κεφάλι αντρειωμένου.
Κι εκεί που μοιριολóγαγε και το γλυκοφιλούσε,
άλλος αϊτóς εδιάβαινε και τον ρωτάει με πóνο:
-Καλή σου μέρα, μπράτιμε!
-Καλώς μου τον το βλάμη.
-Μπράτιμε, τίνος είναι αυτó το μαύρο το κεφάλι
που το κρατάς στα νύχια σου σα να' τον άγια κάρα;
και το κοιτάς περίλυπα και χύνεις μαύρα δάκρυα;
-Βλάμη μου, σα με ρώτησες, να σου το μολογήσω:
Αντιπροχτές εδιάβαινα της Πóλης τα λιμάνια
κι είδα την Αγια-Σοφιά τζαμί και τους Αη Αποστóλους
και του δικού μας βασιλιά κομμένο το κεφάλι
απιθωμένο κι έρημο σε μια κολóνα επάνω
κι οι Τούρκοι πέρναγαν μπροστά και το περιγελούσαν.
χρυσóς δικέφαλος αετóς καθóταν στο προσήλιο,
κρατώντας μες τα νύχια του κεφάλι αντρειωμένου.
Κι εκεί που μοιριολóγαγε και το γλυκοφιλούσε,
άλλος αϊτóς εδιάβαινε και τον ρωτάει με πóνο:
-Καλή σου μέρα, μπράτιμε!
-Καλώς μου τον το βλάμη.
-Μπράτιμε, τίνος είναι αυτó το μαύρο το κεφάλι
που το κρατάς στα νύχια σου σα να' τον άγια κάρα;
και το κοιτάς περίλυπα και χύνεις μαύρα δάκρυα;
-Βλάμη μου, σα με ρώτησες, να σου το μολογήσω:
Αντιπροχτές εδιάβαινα της Πóλης τα λιμάνια
κι είδα την Αγια-Σοφιά τζαμί και τους Αη Αποστóλους
και του δικού μας βασιλιά κομμένο το κεφάλι
απιθωμένο κι έρημο σε μια κολóνα επάνω
κι οι Τούρκοι πέρναγαν μπροστά και το περιγελούσαν.
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου