του Θοδωρή Γ. Τρουπή (Γκράβαρη)
Τα Χριστούγεννα πλησιάζουν έτσι η πόλη ξεκίνησε να φοράει τα γιορτινά της. Μέσα σε όλο αυτό το γιορτινό πνεύμα ο καθένας μας βιώνει τα Χριστούγεννα με διαφορετικό τρόπο και αυτή η χαρμόσυνη γιορτή έχει άλλη σημασία για τον καθένα από εμάς. Για εμένα Χριστούγεννα σημαίνει αναμνήσεις…. αναμνήσεις που στο μυαλό μου είναι φρέσκες, γλυκές, χαρούμενες και με κάνει να σκέφτομαι: «Πως πέρασαν τα χρόνια; Πως άλλαξαν τα πράγματα, με την τεχνολογία, να έχουμε σχεδόν αλλοτριωθεί.
Έτσι αποφάσισα να θυμηθώ όλα αυτά που μου έχουν μείνει από τα Χριστούγεννα των παιδικών μου χρόνων.

Έτσι συνεπαρμένοι όλοι μας από τη Γέννηση του Χριστού, συγκεντρωθήκαμε στη σπηλιά, την καθαρίσαμε και φτιάξαμε μία φάτνη από «αγριάδα» που συλλέξαμε μέσα από το λόγγο.
Ανάψαμε και φωτιά. Άρχισε να βρέχει, και εκτός από εμάς τα παιδιά, στη σπηλιά βρήκαν απάνγκιο και οι γιδούλες μας.
Όλοι μαζί λέγαμε τα κάλαντα, και ψάλλαμε το τροπάριο «Η Γέννησή σου Χριστέ..» και «Η Παρθένος σήμερα» που οι δασκάλοι, μας μάθαιναν να ψάλλουμε τις παραμονές των γιορτών.
Από έθιμο συνηθίζαμε το βράδυ της Γέννησης στο τζάκι του σπιτιού μας να καίμε ένα ξύλο που καιόμενο έδινε μια χαρακτηριστική μυρωδιά – ευωδία το «Χριστόξυλο». Τέτοιο ξύλο καίγαμε και στη φωτιά της Σπηλιάς.
Είχαμε και επισκέπτες, τα μικρά πουλάκια «τους κοκκινολαίμηδες», που λόγω του κρύου μας πλησίαζαν άφοβα και έτρωγαν τα ψίχουλα που είχαν μείνει στα σακκούλια μας με το ψωμί, που τους τα ρίχναμε σε κοντινή απόσταση.
Η ώρα πέρασε και έπρεπε να γυρίσουμε στο χωριό. Η παρέα διαλύθηκε και ο καθένας πήρε το δρόμο του. Σταμάτησε να βρέχει και ο
Η ρεματιά της Ρέμπιζας φωτιζόταν αχνά από το φεγγάρι, τα μάτια της ψυχής μου, στη σπηλιά που την ημέρα φτιάξαμε τη φάτνη, έβλεπαν να φτερουγίζουν άγγελοι, τους βοσκούς που δεν ήσαν άλλοι εκτός από εμάς, με τα ραβδιά μας και τα ζωντανά μας, να ζεσταίνουμε με τη φωτιά μας τη φάτνη.
Αυτή η φανταστική οπτασία εξελισσόταν, όλα τ’ αστέρια τ’ ουρανού κατέβηκαν και στόλισαν σαν φωτεινά λαμπιόνια τα κλαδιά των δένδρων, στη μεγάλη βουνοπλαγιά από του Ραχηπουρίνη μέχρι τη Γαϊδουροκυλίστρα. Βόρειος δυνατός αέρας λύκνιζε τα φύλλα των δένδρων και νόμιζες ότι τα αστεράκια παιχνιδιάρικα αναβόσβηναν. Στ’ αυτιά μου έφταναν χαρούμενοι ύμνοι των αγγέλων με αντίλαλο στο απέναντι Τριαναλώνι.
«Χριστὸς γεννᾶται· δοξάσατε, Χριστὸς ἐξ οὐρανῶν· ἀπαντήσατε, Χριστὸς ἐπὶ γῆς· ὑψώθητε. ᾌσατε τῷ Κυρίῳ πᾶσα ἡ γῆ, καὶ ἐν εὐφροσύνῃ, ἀνυμνήσατε λαοί, ὅτι δεδόξασται».
![]() |
- |
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου